Συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις».

Συζήτηση επί της αρχής του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών: «Αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις».

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΑΡΑΟΓΛΟΥ:

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι πολύ σημαντικό ότι σήμερα συζητάμε στην Ολομέλεια της Βουλής το συγκεκριμένο νομοσχέδιο από την πλευρά του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών το νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Και είναι ιδιαίτερα σημαντικό γιατί αυτό κατά την άποψή μου σηματοδοτεί την εκπεφρασμένη άλλωστε πολιτική βούληση της Κυβέρνησης να αντιμετωπίσει δραστικά το φαινόμενο της φοροδιαφυγής.
Όταν λέμε φοροδιαφυγή, εννοούμε το σύνολο των παράνομων ενεργειών φορολογουμένων, με τις οποίες αποβλέπουν στη μείωση ή εξάλειψη της φορολογικής τους υποχρέωσης, δηλαδή στην αποφυγή πληρωμής φόρων. Η φοροδιαφυγή αποτελεί μια πράξη αντικοινωνικής συμπεριφοράς και είναι κλοπή σε βάρος της κοινωνίας.

Στο σημείο αυτό ανοίγω μια παρένθεση, για να αναφερθώ σ΄ ένα άλλο φαινόμενο της παραοικονομίας, τη φοροαποφυγή. Και για να είναι ξεκάθαρες οι δύο έννοιες, από τη μια της φοροδιαφυγής, τον ορισμό της οποίας έδωσα προηγουμένως, και από την άλλη της φοροαποφυγής. Η φοροαποφυγή λοιπόν, σε αντίθεση με τη φοροδιαφυγή, συνίσταται στην υιοθέτηση συμπεριφορών οι οποίες καθ' εαυτές δεν είναι απαγορευμένες, αλλά αποσκοπούν ωστόσο αποκλειστικά στην εξοικονόμηση κατά παράνομο τρόπο φόρων. Δηλαδή, η φοροδιαφυγή είναι από μόνη της μια παράνομη πράξη, ενώ η φοροαποφυγή δεν είναι, αλλά χρησιμοποιεί κατ' επίφαση νομότυπες πρακτικές. Κατά της φοροαποφυγής οι φορολογικές αρχές μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα άρνησης για φορολογικούς λόγους των εννόμων αποτελεσμάτων που προκύπτουν από πράξεις που κρίνεται ότι αποσκοπούν σε φοροαποφυγή. Η στρέβλωση που προκαλούν η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή στην εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας και της εσωτερικής αγοράς αποτελεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα, που μέχρι σήμερα έχει υποτιμηθεί, όπως επίσης έχει υποτιμηθεί η σύνδεση μεταξύ των κεφαλαίων που δεν έχουν δηλωθεί στην εφορία, της «ανακύκλωσης» βρώμικου χρήματος, του οικονομικού εγκλήματος γενικότερα. Σημαντικό αίτιο της φοροδιαφυγής θεωρείται και η ασθενής φορολογική ηθική. Η φοροδιαφυγή δεν είναι μόνο οικονομικό πρόβλημα, πρόβλημα δηλαδή εσόδων, είναι κατ' εξοχήν κοινωνικό πρόβλημα, γιατί οι μισοί Έλληνες λειτουργούν σε βάρος των υπολοίπων. Με την εξάπλωση της φοροδιαφυγής δεν εφαρμόζεται η επιταγή του Συντάγματος για συμμετοχή των πολιτών στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του καθένα.
Να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι η φοροδιαφυγή δεν είναι φαινόμενο της εποχής, αντίθετα μάλιστα θα έλεγα ότι είναι ένα φαινόμενο καθαρά ελληνικής προέλευσης και δημιουργίας με μία ιστορία τουλάχιστον 3000 ετών. Έτσι, σε συγγράμματα του Αριστοτέλη -θυμίζω «Τα Πολιτικά»- διαβάζουμε ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας προσπαθούσαν και αυτοί να πατάξουν την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή. Θεσμοθέτησαν μάλιστα πολλούς θεσμούς, μεταξύ των οποίων ακόμη και το θεσμό του Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης που συναντάμε και στις σημερινές ημέρες, ή χρησιμοποιώντας μία σειρά άλλων μέτρων-όπλων κατά της φοροδιαφυγής με σχετική όμως επιτυχία, δυστυχώς, χωρίς οριστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ερχόμενος τώρα στις ημέρες μας και στη σύγχρονη εποχή να αναφέρω ότι σύμφωνα με στοιχεία της παγκόσμιας τράπεζας, αλλά και του «IFS» (INTERNATIONAL FINALS CORPORETION), του Διεθνούς δηλαδή Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας, εκτιμάται ότι στη χώρα μας μία στις δύο επιχειρήσεις φοροδιαφεύγουν, ότι το ύψος της φοροδιαφυγής το 2007 θα φθάσει και θα ξεπεράσει ακόμη και τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ότι η παραοικονομία στην Ελλάδα ανέρχεται στα 55.000.000.000 ευρώ, ή περίπου στο 29% του Α.Ε.Π.. Και όλα αυτά, γιατί σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία των προαναφερθέντων διεθνών οικονομικών οργανισμών εκτιμάται -μάλλον αισιόδοξα θα προσέθετα εγώ- ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις δηλώνουν μόνο το 89% των εσόδων τους. Εξάλλου, η παραοικονομία στη χώρα μας εκτιμάται ότι είναι περίπου τριπλάσια του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη, σύμφωνα με μετρήσεις και εκτιμήσεις του «IFS», δηλαδή του Διεθνούς Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας, η Ελλάδα παρουσιάζει τους υψηλότερους δείκτες διαφθοράς, σε σχέση με το μέσο όρο που υπάρχει στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α.. Είναι εξάλλου εντυπωσιακό -και αξίζει να αναφερθεί- ότι η διαφθορά στη χώρα μας ξεπερνά χώρες, όπως Βοσνία, Μπαγκλαντές, Ουζμπεκιστάν, Κορέα κ.λπ..
Τώρα, αν θελήσουμε να εντοπίσουμε τους λόγους για τους οποίους είναι τόσο αυξημένη η παραοικονομία και η φοροδιαφυγή στη χώρα μας, μπορούμε να αναφέρουμε, πραγματικά, πάρα πολλούς:
Πρώτα-πρώτα, η ελληνική νοοτροπία, το δαιμόνιο της ελληνικής φυλής που συνίσταται στη γενικότερη αδιαφορία για τους νόμους, πόσο μάλλον όταν οι νόμοι αυτοί επιβάλλουν οικονομικές υποχρεώσεις. Λυπάμαι που το λέω ως διαπίστωση και εξ επαγγέλματος, αλλά είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι δεν υπάρχει Έλληνας που αν θα μπορούσε να φοροδιαφεύγει δεν θα το έκανε.
Δεύτερος σημαντικός λόγος είναι το χαμηλό σχετικά επίπεδο των ελεγκτικών μηχανισμών της χώρας. Όταν υπάρχει πολύ μεγάλη έλλειψη προσωπικού, όταν υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε κατάλληλο μηχανολογικό εξοπλισμό, όταν δεν υπάρχει μόνιμη και διαρκής επιμόρφωση του ελεγκτικού μηχανισμού, γιατί το οικονομικό έγκλημα καθημερινά βελτιώνεται, τότε όλοι καταλαβαίνουμε γιατί στη χώρα έχουμε τόσο εκτεταμένη φοροδιαφυγή.
Άλλος λόγος: Το επίπεδο της φορολογικής επιβάρυνσης του ατόμου σε σχέση με το εισόδημά του. Δηλαδή, όσο ψηλότερες είναι οι φορολογικές επιβαρύνσεις για τον πολίτη, τόσο μεγαλύτερη είναι η τάση του για φοροδιαφυγή.
Τέταρτος λόγος: Η μεγάλη γραφειοκρατία, η πολυνομία, το πολυδαίδαλο φορολογικό σύστημα, η μεγάλη διαφθορά, που δυστυχώς -και αυτό είναι μία κοινή διαπίστωση- έχει γίνει αποδεκτή και από την κοινωνία.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πολλούς ακόμα λόγους για να εντοπίσουμε τα αίτια για το φαινόμενο αυτό της εκτεταμένης φοροδιαφυγής, όμως, φοβάμαι ότι ο χρόνος δεν είναι αρκετός και θέλω να κλείσω για να είμαι συνεπής απέναντι στην υπόσχεση που έδωσα και στο Προεδρείο. Έτσι εξ ανάγκης και κλείνοντας θα πω ότι με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο η πολιτεία κάνει ένα αποφασιστικό βήμα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.
Οι άξονες της πολιτικής μας κατά τη φοροδιαφυγής είναι συγκεκριμένοι και είναι οι εξής:
Πρώτον, η αλλαγή νοοτροπίας των πολιτών και των φορολογικών οργάνων απέναντι στη φοροδιαφυγή, η συνειδητή δηλαδή προσπάθεια δημιουργίας φορολογικής συνείδησης για κάθε Έλληνα πολίτη.
Δεύτερον, η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας αλλά και της αντικειμενικότητας των φορολογικών ελέγχων.
Τρίτον, η παροχή κινήτρων στους φορολογούμενους, για να ζητούν και να λαμβάνουν φορολογικά στοιχεία συντελώντας με τον τρόπο αυτό στην αντιμετώπιση του εκτεταμένου φαινομένου αυτού της φοροδιαφυγής.
Γνωρίζω -και άκουσα όλες αυτές τις ώρες που γίνεται η συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής- ότι υπάρχει μία γενικότερη κριτική από την Αντιπολίτευση που λέει ότι δεν είναι επαρκές το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Το ερώτημα, όμως, είναι απλό: Το νομοσχέδιο αυτό εκτιμάται ότι κινείται στη σωστή κατεύθυνση; Εκτιμάται ότι έστω μερικώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα της φοροδιαφυγής; Εάν ναι, εγκρίνετε την ψήφισή του και καταθέστε τυχόν συμπληρωματικές προτάσεις, εάν υπάρχουν τέτοιες και από όσα κόμματα υπάρχουν, για την ακόμα καλύτερη και αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του μεγάλου αυτού κοινωνικού προβλήματος της φοροδιαφυγής.
Κλείνοντας να πω σύμφωνα και με αυτά που είπα προηγουμένως, ότι εκτιμώ ότι είναι ένα νομοσχέδιο το οποίο κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Βεβαίως, εννοείται ότι δεν λύνει άμεσα και δραστικά το φαινόμενο της φοροδιαφυγής αλλά προσπαθεί να το αντιμετωπίσει και γι' αυτό το λόγο σας καλώ να το υπερψηφίσουμε.